πηκτόζη

πηκτόζη
η, Ν
(βιοχ.) γλυκιδικό σύμπλοκο που απαντά στα φυτά και συνδέεται με την κυτταρίνη ως δομικό συστατικό τών κυτταρικών τοιχωμάτων, είναι αδιάλυτη και απαντά στους άγουρους καρπούς, αλλά μετατρέπεται σε διαλυτή κατά την ωρίμαση τους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. pectose (< pect- < πηκτός + κατάλ. -ose)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”